εγκεφαλονωτιαίο υγρό

John E. Upledger, D.O., O.M.M.

Ο εγκέφαλος αποτελείται περίπου κατά 80% νερό. Κατά προσέγγιση το 20% αυτού του νερού βρίσκεται εξωκυτταρικά. Εκτός από νερό, η κρανιακή κοιλότητα περιέχει αίμα, λέμφο και εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Κάθε ένα από αυτά τα δομικά υγρά υποστηρίζει συγκεκριμένες λειτουργίες του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού ή/και των υπολοίπων ενδοκρανιακών δομών.

Πού παράγεται

Το Εγκεφαλονωτιαίο Υγρό εκκρίνεται στο κρανιο-ιερό σύστημα μέσω των χοριοειδών πλεγμάτων, τα οποία κατά κύριο λόγο, βρίσκονται στις πλευρικές κοιλίες του εγκεφάλου. Κατεξαίρεση μπορεί να εντοπίζονται μικρά τεμάχια από χοριοειδή πλέγματα στην τρίτη και τέταρτη κοιλία, ή ακόμη και σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις σε άλλες περιοχές του συστήματος των μηνιγγικών μεμβρανών.

Η δομή των χοριοειδών πλεγμάτων προσομοιάζει αρκετά αυτή του άπω εσπειραμένου και των αθροιστικών σωληναρίων των νεφρώνων ενός νεφρού. Αποτελείται από μικροσκοπικές δέσμες αιμοφόρων – τριχοειδών επί τω πλείστων – αγγείων, ωστόσο υπάρχουν μαζί και μερικά αρτηρίδια και φλεβίδια. Αυτές οι δέσμες είναι μέρος της χοριοειδούς μήνιγγας, η οποία επεκτείνεται σαν ένα χαλί στο χώρο των κοιλιών του εγκεφάλου. Όλες αυτές οι δέσμες καλύπτονται από επιθηλιακά κύτταρα. Η τροφοδοσία αίματος στα χοριοειδή πλέγματα προέρχεται από τους κλάδους των έσω καρωτίδων αρτηριών. Είναι σαφές λοιπόν, πως η ανεπαρκής κυκλοφορία στην καρωτίδα αρτηρία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση παραγωγής εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Αυτό μπορεί να αντισταθμιστεί με αντίστοιχη μείωση της εκροής υγρού από το κρανιο-ιερό σύστημα. Ωστόσο, είναι αναπόφευκτο να λιμνάζει κατά ένα ποσοστό το εγκεφαλονωτιαίο υγρό, όταν έχει ενεργοποιηθεί αυτός ο αντισταθμιστικός μηχανισμός.

Ο ρόλος των χοριοειδών πλεγμάτων

Το χοριοειδές πλέγμα όχι μόνο εκκρίνει εγκεφαλονωτιαίο υγρό στο κρανιο-ιερό σύστημα, αλλά και βοηθά να διατηρηθεί η χημική σταθερότητα του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Σε αυτό τον σταθεροποιητικό ρόλο, οδηγεί βιοχημικές ουσίες στο κρανιο-ιερό σύστημα και επιπλέον, με συγκεκριμένη ενεργή μεταφορά, απομακρύνει βιοχημικά ιόντα και μόρια από το εγκεφαλονωτιαίο υγρό και τα διοχετεύει στη φλεβική παροχέτευση των δομών του χοριοειδούς πλέγματος. Τα περισσότερα προϊόντα που απομακρύνονται από το εγκεφαλονωτιαίο υγρό μέσα από αυτή την αντίστροφη δράση είναι μεταβολικά υποπροϊόντα, ή απόβλητα και τοξικά υλικά που είχαν, με κάποιο τρόπο, βρει πρόσβαση στο κρανιο-ιερό σύστημα.

Η κυκλοφορία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού

Αφού εκκριθεί στο κρανιο-ιερό σύστημα, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό κυκλοφορεί από τις πλευρικές κοιλίες του εγκεφάλου, δια μέσου των ενδοκοιλιακών τρημάτων (του Monro) στην τρίτη κοιλία. Εδώ μπορεί, μέσω των χοριοειδών πλεγμάτων που βρίσκονται εντός της κοιλίας αυτής, να προστεθεί επιπλέον υγρό. Από την τρίτη κοιλία του εγκεφάλου, κυλάει μέσω της πλάγιας σχισμής του Sylvius στην τέταρτη κοιλία του εγκεφάλου. (Στην εγγενή υδροκεφαλία η πλάγια σχισμή είναι αυτή που συνήθως έχει ελλιπή λειτουργία. Σε αυτή την περίπτωση η χειρουργική εμφύτευση βαλβίδας παροχέτευσης του εγκεφαλονωτιαίου υγρού είναι συνήθως επιτακτική).

Από την τέταρτη κοιλία, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό στη συνέχεια διαπερνά τα (ζυγά) τρήματα του Luschka, και το (μονό) τρήμα του Magendie. Το τρήμα του Magendie εντοπίζεται στη μέση γραμμή της οροφής της τέταρτης κοιλίας. Τα τρήματα του Luschka βρίσκονται αμφίπλευρα στα πλάγια εκκολπώματα της τέταρτης κοιλίας.

Η ύπαρξη δομών χοριοειδούς πλέγματος σε αυτή την 4η κοιλία είναι κάτι ακόμη πιο σπάνιο από την ύπαρξη στην 3η κοιλία. Από την 4η κοιλία το εγκεφαλονωτιαίο υγρό αδειάζεται στον υπαραχνοειδή χώρο μέσω αυτών των τρημάτων και από εκεί απευθείας στο κεντρικό κανάλι του νωτιαίου μυελού. Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό που εισέρχεται σε αυτό τον υπαραχνοειδή χώρο περιλούζει τον εγκέφαλο, το νωτιαίο μυελό και τις ρίζες των σπονδυλικών νεύρων, ως το σημείο που εκτείνονται τα χιτώνια της μήνιγγας σε αυτά τα νεύρα. Στην σπονδυλική περιοχή αυτά, τα μηνιγγικά χιτώνια, φτάνουν μέχρι τα ενδοσπονδυλικά τρήματα.

Μια αντικρουόμενη θεώρηση για τη μετακίνηση του Εγκεφαλονωτιαίου Υγρού

Αυτή η τελευταία κατάσταση συνεχίζει να είναι εν μέρει αντικρουόμενη. Από την ίδρυσή της, η Οστεοπαθητική Κρανιακή Ακαδημία, δίδασκε πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό ακολουθούσε όλα τα νεύρα και έξω από το νωτιαίο μυελό σε όλη τη διαδρομή τους. Αυτή ήταν η εξήγηση που έδιναν για την αδιόρατη κρανιακή κίνηση που γινόταν αντιληπτή σε όλο το σώμα. Αυτή είναι βέβαια μια εύκολη εξήγηση. Δεν είναι ωστόσο αληθής. Είναι αλήθεια πως το οσφρητικό και οπτικό νεύρο (γνωστά ως κρανιακά νεύρα Ι και ΙΙ) περιβάλλονται από εγκεφαλονωτιαίο υγρό μέχρι και την απόληξή τους. Ωστόσο, τα δύο αυτά πρώτα κρανιακά νεύρα, δεν είναι πραγματικά νεύρα. Είναι προεκτάσεις εγκεφαλικού ιστού καθώς δεν είναι συναπτικά διαχωρισμένα από αυτόν. Έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προεκτάσεις αυτές, σε όλο το μήκος τους, διατηρούν τη σχέση τους με σκληρή μήνιγγα και το εγκεφαλονωτιαίο υγρό που κυκλοφορεί μέσα σε αυτή την υδατοστεγή θήκη. Τα υπόλοιπα κρανιακά νεύρα, III έως XII, έχουν την πολυτέλεια να περιλούζονται με το εγκεφαλονωτιαίο υγρό μόνο για το μέρος τους που βρίσκεται μέσα στην θήκη της σκληράς μήνιγγας, όχι όμως για το σύνολο του μήκους τους.

Πως είμαι όμως τόσο σίγουρος, ενώ κάποιοι “ειδήμονες” ακόμη συντηρούν την ιδέα πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό ακολουθεί τα νεύρα στον τελικό τους προορισμό; Πάνω από 20 χρόνια πριν, ενώ ήμουν στο τμήμα Εμβιομηχανικής του Michigan State University, ένας καλός μου φίλος και συνάδελφος, ο Irvin M. Korr (Διδάκτωρ της Φυσιολογίας), διερευνούσε αυτό ακριβώς το ερώτημα. Τα γραφεία μας γειτνίαζαν και μοιραστήκαμε αρκετές ώρες συζήτησης. Ο Dr Korr ενδιαφερόταν για την “τροφική” (αναζωογονητική)επίδραση των νεύρων στα τελικά όργανα. Όπως αρκετοί γνωρίζουμε ήδη, όταν ένα νεύρο γίνεται δυσλειτουργικό για οποιοδήποτε λόγο (ασθένεια, διατομή, παγίδευση κοκ) το τελικό όργανο ξεκινά να ατροφεί, ή να είναι δυστροφικό. Ο Dr Korr είναι αυτός που συνέλαβε την έννοια του Διευκολυνόμενου Τομέα. Είχε παρατηρήσει ήπιες δυστροφικές αλλαγές που σχετίζονταν με τα τελικά όργανα των Διευκολυνόμενων Τομέων. Η μελέτη του τον είχε οδηγήσει στη διερεύνηση της αιτίας μιας τέτοιας ανταπόκρισης από αυτά τα δυστροφικά τελικά όργανα.

Το πείραμα του Dr Korr

Ο Dr Korr χρησιμοποίησε ενέσιμους ραδιενεργούς ιχνηθέτες στους πυρήνες των γλωσσοφαρυγγικών νεύρων στα πειραματόζωα του. Το γλωσσοφαρυγγικό νεύρο είναι το IX κρανιακό νεύρο. Καταλήγει στη γλώσσα – παρόμοια στον άνθρωπο και στα πειραματόζωα. Η μελέτη έδειξε πως οι ραδιενεργοί ιχνηθέτες χρειάστηκαν περί τις 2 ημέρες για να καταλήξουν από τους πυρήνες των γλωσσοφαρυγγικών νεύρων στη γλώσσα των πειραματόζωων. Ανακάλυψε επίσης πως οι ραδιενεργοί ιχνηθέτες είχαν προσκολληθεί σε μόρια πρωτεΐνης που ταξίδευαν μέσω των νευρικών ινών του γλωσσοφαρυγγικού νεύρου στη γλώσσα των πειραματόζωων. Το εύρος της κίνησης αυτής ήταν μεταξύ 1-2 mm/ώρα. Σκέφτηκε έτσι πως η τροφική επίδραση του νεύρου – την οποία είχε παρατηρήσει στη μελέτη του με τους Διευκολυνόμενους Τομείς – σχετίζεται κατά πάσα πιθανότητα με τις πρωτεϊνικές ουσίες, οι οποίες τώρα γνωρίζουμε πως συντίθενται στο νευρικό κυτταρικό σώμα και διαβιβάζονται (μέσω του ενδοπλασματικού δικτύου και του κυστικού συστήματος) κατά μήκος κάθε νευρικής ίνας στο τελικό όργανο.

Όταν υπάρχει μια παρεμβάλλουσα σύναψη στη διαδρομή, φαίνεται πως η προσυναπτική πρωτεΐνη δίνει με κάποιο τρόπο σήμα στο μετασυναπτικό νευρώνα να κατασκευάσει και να στείλει παρόμοιες – αν όχι πανομοιότυπες – (προσυναπτικές) πρωτεΐνες στον τελικό προορισμό του νευράξονα.

Ως μέρος αυτής της ίδιας εργασίας ο Dr. Korr, εισήγαγε ενέσιμους ραδιοιχνηθέτες στις κοιλίες του εγκεφάλου των πειραματόζωων της μελέτης. Μου επέτρεψε να μοιραστώ μαζί του αυτή τη μελέτη λόγω του ενδιαφέροντός μου στο κρανιο-ιερό σύστημα. Παρακολουθήσαμε τους νευρικούς κλάδους πέρα από το τέλος των μηνιγγικών χιτωνίων και καμία εκ των φορών δεν παρατηρήθηκε ραδιενέργεια πέρα από τα τελικά σημεία απόληξης των χιτωνίων. Εντοπίσαμε, ωστόσο, ραδιοενεργή δραστηριότητα σε όλο το μήκος του μηνιγγικού σάκου και έξω από τα μηνιγγικά χιτώνια έως τα ενδοσπονδυλικά τρήματα.

Αναζήτηση στη βιβλιογραφία

Την ίδια περίοδο, προετοίμαζα την πρώτη μου πρόταση για έρευνα στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Washington DC. Διενέργησα λοιπόν μια ενδελεχή αναζήτηση γύρω από τη υπάρχουσα ως τότε βιβλιογραφία, και ανακάλυψα διάφορα επιβεβαιωτικά κομμάτια έρευνας που χρησιμοποιούσαν είτε ενέσιμη χορήγηση χρωστικής εντός των κοιλιών ή ραδιενεργών ιχνηθετών. Κανείς δε βρήκε χρωστική ή ραδιοιχνηθέτες πέρα από τη δομή της σκληράς μήνιγγας.

Αυτό βέβαια, άφηνε αναπάντητη την ερώτηση, τι είναι αυτό που κάνει όλο το σώμα να αντανακλά τον κρανιο-ιερό ρυθμό. Πιστεύω πως αυτή η ανταπόκριση σε όλο το σώμα είναι πιθανόν η επίδραση που έχει ο αντλητικός μηχανισμός του εγκεφαλονωτιαίου υγρού πάνω στο κινητικό σύστημα, το οποίο προκαλεί μια ρυθμική τόνωση- αποδυνάμωση του μυοπεριτονιακού συστήματος, ως ανταπόκριση στη διακύμανση των νευρικών σημάτων. Αυτή η γενική ιδέα φαίνεται να υποστηρίζεται περισσότερο, σαν απάντηση στη διακύμανση της πίεσης, από την πιο πρόσφατη έρευνα, η οποία έχει εντοπίσει τη ροή του εγκεφαλονωτιαίου υγρού μέσα στις αύλακες του εγκεφάλου, εν συνεχεία στον εγκεφαλικό φλοιό και τους περιαγγειακούς χώρους Virchow – Robin. Δια μέσω των περιαγγειακών αυτών χώρων, κινείται το εγκεφαλονωτιαίο υγρό – εντός πάντα του μηνιγγικού περιβλήματος – προς τους διάμεσους χώρους τους εγκεφάλου. Πραγματοποιείται λοιπόν μια διάχυση διαλυτών μικρών μορίων σε αυτούς τους χώρους. Αυτό προφανώς διευκολύνει την απομάκρυνση μεταβολικών υποπροϊόντων, καθώς και την παράδοση των ουσιών που το εγκεφαλονωτιαίο υγρό μεταφέρει. Θεωρώ, είναι αρκετά ασφαλές να πούμε, πως η διακύμανση αυτή του υγρού θα έχει επίδραση στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου.

Πώς εξέρχεται από το Κρανιο-Ιερό σύστημα

Τώρα, ας δούμε τι συμβαίνει στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, εφόσον τελικά δεν εξέρχεται του κρανιο-ιερού συστήματος δια μέσω των χιτωνίων των νεύρων. Εν τέλει όμως, ακόμη κι αν αποδεικνυόταν πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό ταξιδεύει σε όλο το σώμα ακολουθώντας τα νεύρα, αυτό δεν αντικρούει το “Πρεσσοστατικό Μοντέλο”, το οποίο εξηγεί το μηχανισμό του κρανιο-ιερού συστήματος. Ωστόσο, φαίνεται τα στοιχεία να υποστηρίζουν πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό επιστρέφει στο αγγειακό σύστημα μέσω του αραχνοειδούς συστήματος. Η μεγαλύτερη απορρόφηση εγκεφαλονωτιαίου υγρού μέσα από το μηνιγγικό σάκο γίνεται μέσω των αραχνοειδών λαχνών και σε μικρότερο βαθμό μέσα από τα αραχνοειδή σωμάτια (γνωστά επίσης ως πακχιόνια σωμάτια).

Οι αραχνοειδής δομές, τυπικά εντοπίζονται σε συμπλέγματα που περικλείονται σε ένα θύλακα της αραχνοειδούς μεμβράνης, η οποία εισέρχεται από πόρους μέσα στη σκληρή μήνιγγα και τον αυλό των φλεβωδών κόλπων του εγκεφάλου. Ο κόλπος που έχει τη μεγαλύτερη συγκέντρωση αραχνοειδών σωματίων είναι ο Άνω Οβελιαίος κόλπος. Τα αραχνοειδή σωμάτια τα οποία αναφέρουμε είναι κυρίως συγκεντρωμένα στο πρόσθιο άκρο του ευθύ κόλπου. Γνωρίζουμε πως αυτά τα σωμάτια έχουν τη δυνατότητα να ανεβάσουν ή να κατεβάσουν την πίεση του αίματος στους φλεβώδεις κόλπους, αλλάζοντας έτσι την αναλογία της ροής του εγκεφαλονωτιαίου υγρού από τον μηνιγγικό σάκο(το οποίο αποτελεί το όριο του κρανιο-ιερού συστήματος) προς το φλεβικό αίμα.

Ο Μηχανισμός

Δεν είναι ακόμη απόλυτα σαφές πως το σύστημα των αραχνοειδών σωματίων λειτουργεί για να επιστρέψει το εγκεφαλονωτιαίο υγρό στο φλεβικό αίμα μέσα στο σύστημα των κοιλιών του εγκεφάλου. Η προσωπική – προτιμώμενη – ιδέα είναι πως οι μεμβράνες των αραχνοειδών σωματίων, οι οποίες διαχωρίζουν το εγκεφαλονωτιαίο υγρό  από το φλεβικό αίμα, κάνουν τη διαλογή αυτή λόγω του μεγέθους των πόρων που έχουν. Έτσι, αυτές οι μεμβράνες, εμποδίζουν να περάσουν μεγαλύτερα μόρια και κύτταρα από το αίμα στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Καθ’ αυτόν τον τρόπο, το αίμα παραμένει πιο πυκνό ή συγκεντρωμένο καθώς έχει πολύ περισσότερα κύτταρα και μεγαλομεγέθη μόρια από ότι το εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Καθώς επηρεάζεται από οσμωτικές πιέσεις και τις δυνάμειςδιάχυσης,το εγκεφαλονωτιαίο υγρό αποπειράται να αραιώσει το αίμα. Σε αυτή την προσπάθεια, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό περνά από τη μεμβράνη στην πλευρά του αίματος καθώς αναζητά διαρκώς μια εξισορρόπηση. Εφόσον το πιο πηχτό αίμα κινείται διαρκώς στις περιοχές των αραχνοειδών λαχνών, η διαρκής αναζήτηση ισορροπίας οδηγεί σε μια υπερισχύουσα ροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού στο φλεβικό αίμα.

Άλλες πιθανές εξηγήσεις – τις οποίες αναμένουμε ακόμη να φανεί αν είναι αποδεκτές ή όχι –  συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων, ένα σύστημα από σωληνάρια ή κανάλια, τα οποία πιθανόν διαπερνούν το φράγμα μεταξύ εγκεφαλονωτιαίου υγρού και φλεβικού αίματος. Αντίστοιχα με την ιδέα των σωληναρίων, ωστόσο λιγότερο ανοικτό και περισσότερο ενεργοβόρο σενάριο, είναι η πιθανότητα κυτταρικών κενών, τα οποία γεμίζουν εγκεφαλονωτιαίο υγρό στη μία πλευρά του φράγματος και αδειάζουν προς το φλεβικό αίμα από την άλλη πλευρά. Αυτή η τελευταία πιθανότητα θα ήταν ένα ενεργό σύστημα μεταφοράς το οποίο απαιτεί ένα καλοσχεδιασμένο και μάλλον περίπλοκο σύστημα ελέγχου, καθώς και πολύ διαθέσιμη ενέργεια. Καθώς η Μητέρα Φύση, συνηθίζει να έχει πολλαπλά εφεδρικά συστήματα, δε θα μας έκανε εντύπωση αν βλέπαμε πως λειτουργούν όλα αυτά τα τρία συστήματα – ή ακόμη και άλλα που δε γνωρίζουμε ακόμη.

Εξωκυττάριο υγρό ή Εγκεφαλονωτιαίο Υγρό

Η σύνθεση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού βρίσκεται σε μια “σταθερή κατάσταση” (steady state) με τα εξωκυττάρια υγρά του εγκεφάλου. Και στην πραγματικότητα, από πλευράς σύνθεσης υγρού, είναι το ίδιο υγρό. Νοηματοδοτούνται διαφορετικά ανάλογα με την περιοχή. Ωστόσο είναι αρκετά ασφαλές, να πούμε πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό είναι το εξωκυττάριο υγρό του εγκεφάλου & του νωτιαίου μυελού. Με αυτή τη βάση, το υγρό μεταξύ αραχνοειδούς και σκληρής μήνιγγας είναι επίσης – βάσει σύνθεσης – εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Θεωρώ πως οι δύο αυτοί διαχωρισμοί όπως έχουν οριστεί από τον άνθρωπο θα εκλείψουν.

Λόγω λοιπόν της ομοιόμορφης, αδιάκοπης φύσης του συστήματος υγρών, για να περιλουστούν οι νευρώνες και τα νευρογλοιακά κύτταρα του εγκεφάλου, είναι ουσιώδες να μη μειώνεται η ροή του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Εάν μια περιοχή εγκεφαλικού ιστού στερείται – έστω και μερικώς – τη βέλτιστη αποτελεσματική ροή εγκεφαλονωτιαίου/ εξωκυττάριου υγρού – η περιοχή αυτή του εγκεφάλου θα οδηγηθεί αναγκαστικά σε διακύβευση των λειτουργιών.

Ο ρόλος του Εγκεφαλονωταίου Υγρού

Η κυκλοφορία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού απομακρύνει προϊόντα της μεταβολικής διαδικασίας καθώς και τοξικές ουσίες από τον ιστό του εγκεφάλου.  Με αυτό τον τρόπο υπηρετεί μια λειτουργία ανάλογη με αυτή του εξωμηνιγγικού λεμφικού συστήματος, αν και τα δύο αυτά υγρά (εγκεφαλονωτιαίο και λεμφικό) είναι διαφορετικά. Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό επίσης είναι το υγρό μέσα στο οποίο επιπλέει ο εγκέφαλος αντισταθμίζοντας τις δυνάμεις της βαρύτητας. Το βάρος του εγκεφάλου καθώς επιπλέει “in situ” περιβαλλόμενος από το εγκεφαλονωτιαίο υγρό είναι περί τα 50 γραμμάρια – υπό κανονικές συνθήκες. Στην περίπτωση που ένας εγκέφαλος εξαχθεί από το σώμα και δεν επιπλέει πια σε υγρό μπορεί το βάρος του να είναι της τάξης 1 με 1,5 κιλό. Θυμηθείτε χρειάζονται 1000 γραμμάρια για να έχουμε 1 κιλό. Έτσι ο εγκέφαλος εκτός-σώματος ζυγίζει 20 με 30 φορές περισσότερο από ότι “in situ”. (ΣτΜ: In situ: λατινικός όρος. Σημαίνει ‘επί τόπου’. Στην βιολογία/ φυσιολογία σημαίνει στη φυσική θέση / περιβάλλον).

Επιπρόσθετοι ρόλοι

Πλέον αυτού, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό λειτουργεί και σαν απορροφητής κραδασμών σε περίπτωση χτυπήματος του κρανίου. Επίσης, εξυπηρετεί στην μεταφορά παντός είδους ορμονών και πεπτιδίων.

Το pH του εγκεφαλονωτιαίου υγρού έχει σημαντική δράση στον αναπνευστικό έλεγχο του εγκεφάλου, επηρεάζοντας συνεπώς το ρυθμό και το βάθος της πνευμονικής αναπνοής. Μέσω του pH του επηρεάζει την κυκλοφορία του εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Όπως βλέπετε, γνωρίζουμε αρκετούς σημαντικούς ρόλους που έχει το ΕΝΥ. Πόσοι ακόμη απομένουν να ανακαλυφθούν;

Εάν συγκρίνουμε μερικά από τα συστατικά του εγκεφαλονωτιαίο υγρό και του ορού αίματος, μπορούμε να κατανοήσουμε τη σημασία των χοριοειδών πλεγμάτων, των αραχνοειδών λαχνών και των κοκκιωδών σωματίων. Διαφοροποιήσεις στα συστατικά και στο pH είναι απαραίτητες καθώς ο εγκεφαλικός ιστός έχει διαφορετικές ποιοτικές και ποσοτικές απαιτήσεις από άλλους ιστούς του σώματος.

Διαφορές του Εγκεφαλονωτιαίου Υγρού από τον Ορό Αίματος

Ας δούμε μερικές από τις διαφορές μεταξύ εγκεφαλονωτιαίου υγρού και ορού αίματος:

Εγκεφαλονωτιαίο ΥγρόΟρός Αίματος
Νερό99%93%
Πρωτεΐνες mg/dl35±7000±
Γλυκόζη mg/dl60±90±
Νάτριο mg/l138±138±
Κάλιο mg/l2.8±4.5±
Ασβέστιο mg/l2.1±4.8±
Μαγνήσιο mg/l0.3±1.7±
Ιόντα Χλωρίου mg/l119102
pH7.337.41
mg= milligram dl=deciliter l=liter

Πλάσμα Αίματος

Προτού ολοκληρώσω, θεωρώ πως είναι καλό να γίνει μια σύντομη περιγραφή του πλάσματος αίματος, του ορού αίματος, της λέμφου και τι είναι αυτό που διαφοροποιεί καθένα από αυτά. Η διαφορά μεταξύ του αίματος και του πλάσματος αίματος είναι πως το πλάσμα είναι αίμα από το οποίο έχουν αφαιρεθεί τα κύτταρα αίματος. Αυτό καθιστά το πλάσμα λιγότερο απορριπτέα ουσία, η οποία μπορεί να χορηγηθεί σε ένα σώμα που απαιτεί άμεση μετάγγιση αίματος αλλά δεν υπάρχει διαθέσιμο συμβατό αίμα. Αποκαθιστά τον όγκο του αίματος, εμπεριέχει πολλά θρεπτικά υλικά και βιταμίνες καθώς και πρωτεΐνες, λιπίδια, ορμόνες, πεπτίδια κλπ – όχι όμως κύτταρα αίματος. Αυτό σημαίνει πως ο ασθενής που δέχεται πλάσμα μπορεί να παραμείνει αναιμικός με χαμηλή ποσότητα λευκών αιμοσφαιρίων, δε μπορεί όμως πλέον να πεθάνει από υποβολαιμικό σοκ.  

Ορός Αίματος

Ο ορός αίματος έχει όλα τα υλικά του πλάσματος, με εξαίρεση την ινική και άλλους παράγοντες που συμμετέχουν στην πήξη του αίματος. Τα κύτταρα αίματος επίσης έχουν αφαιρεθεί, όπως ακριβώς και στο πλάσμα. Ο ορός αίματος είναι το υγρό πάνω στο οποίο πραγματοποιούνται οι περισσότερες χημικές εξετάσεις αίματος. Το πλήρες αίμα είναι απαραίτητο φυσικά για την καταμέτρηση κυττάρων αίματος. Καθώς όμως το πλήρες αίμα και το πλάσμα έχουν πηκτική ιδιότητα, εφόσον απαιτείται αποφυγή της πήξης, προστίθενται αντιπηκτικές ουσίες.

Η Λέμφος

Η λέμφος είναι ένα άχρωμο υγρό, το οποίο εντοπίζεται στο λεμφικό σύστημα. Προέρχεται από εξωκυττάριο/ ενδιάμεσο υγρό το οποίο έχει απορροφηθεί από τα τριχοειδή λεμφαδένια. Το μέγεθος των πόρων των τοιχωμάτων των τριχοειδών λεμφαδενίων είναι σημαντικά μεγαλύτερο από αυτό των πόρων των τριχοειδών αγγείων του καρδιαγγειακού συστήματος. Συνεπώς, στη λέμφο, εντοπίζουμε μεγαλύτερα μόρια, τα οποία έχουν απορριφθεί από τα τριχοειδή του αγγειακού συστήματος.

Η σύνθεση της λέμφου περιλαμβάνει νερό, διαλυμένα άλατα, διαλυμένες πρωτεΐνες και μια σειρά από μόρια λίπους. Όλα αυτά βρίσκονται σε μια κατάσταση εναιώρησης παρά διάλυσης. Η λέμφος επίσης εμπεριέχει μια ποικιλία μεταβολικών υποπροϊόντων, τοξικών ουσιών, μολυσματικά απόβλητα κλπ. Οι ουσίες αυτές, καταλήγουν στη λέμφο, καθώς – κατ’ ουσίαν – η λέμφος είναι η ‘ηλεκτρική σκούπα’ των ενδιάμεσων χώρων του σώματος, εξαιρουμένων του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Τα τριχοειδή λεμφαδένια διοχετεύονται στους λεμφαδένες ή στα συλλεκτικά λεμφικά αγγεία και από εκεί στους λεμφαδένες.

Οι λεμφαδένες λειτουργούν σαν σταθμοί φιλτραρίσματος. Αφού έχουν ολοκληρώσει την καθαριστική τους δράση, στέλνουν την καθαρισμένη λέμφο στα λεμφικά αγγεία, τα οποία σχηματίζουν ένα σύστημα αγγείων, το οποίο τελικά επιστρέφει τη λέμφο στο αγγειακό αίμα. Το λεμφικό σύστημα, έχει δικό του ρυθμό αντλητικής λειτουργίας που βοηθά στη μεταφορά των υγρών. Όταν τα μολυσματικά προϊόντα (ζωντανά ή υποπροϊόντα), τοξικά απόβλητα κλπ είναι πολύ μεγάλα για το λεμφικό σύστημα, μπορεί να εντοπίσουμε επίπονο πρήξιμο στους πολύ επιβαρυμένους λεμφαδένες. Συχνά αυτοί οι πρησμένοι αδένες μπορεί να καταλήξουν να γίνουν ινώδεις και στη συνέχεια να εξαιρεθούν από το λεμφικό σύστημα.

Η χημική σύσταση της λέμφου είναι αρκετά μεταβλητή, λόγω της καθαριστικής της δραστηριότητας. Έτσι, πολύ πιο σπάνια, θα χρησιμοποιηθεί σε μια χημική αξιολόγηση. Επηρεάζεται άμεσα από τι συμβαίνει μια πολύ συγκεκριμένη στιγμή στο σώμα. Επηρεάζεται από τις πεπτικές επεξεργασίες, μολυσματικές επεξεργασίες, τοξικές επεξεργασίες και ούτω καθεξής. Ονομάζεται ενδιάμεσο ή εξωκυττάριο υγρό μέχρι να εισέλθει στο λεμφικό σύστημα. Εκεί πλέον ονομάζεται λέμφος λόγω θέσης περισσότερο παρά σύστασης.

Ο Αιματοεγκεφαλικός Φραγμός

Πέρα από τις προαναφερθείσες πλευρές των μηχανισμών που διατηρούν το εγκεφαλονωτιαίο υγρό χωριστά και διαφορετικό από τα υπόλοιπα σωματικά υγρά, έχουμε τον “φύλακα” του εγκεφάλου που ονομάζεται Αιματοεγκεφαλικός Φραγμός. Την ιδέα του αιματοεγκεφαλικού φραγμού συνέλαβε ο Paul Ehrlich. Εισήγαγε ενέσιμο διάλυμα χρωστικής στο αίμα το οποίο προσαρτήθηκε στα μόρια του ορού της αλβουμίνης. Ανακάλυψε έτσι, πως τα περισσότερα εσωτερικά όργανα είχαν χρωματιστεί από τη χρωστική, ο εγκέφαλος όμως όχι. Περαιτέρω μελέτη έχει επιβεβαιώσει πως ο αιματοεγκεφαλικός φραγμός είναι ένα επιπλέον σύστημα προστασίας του εγκεφάλου. Βρίσκεται σε εξειδικευμένα ενδοθηλιακά κύτταρα των τριχοειδών του εγκεφαλοαγγειακού συστήματος. Αυτά τα εξειδικευμένα κύτταρα είναι σε επικοινωνία με τις αστροκυτταρικές προβολές από την πλευρά του εγκεφάλου. Με κάποιο τρόπο τα αστροκύτταρα αυτά επιτρέπουν στα ενδοθηλιακά τριχοειδή κύτταρα να γνωρίζουν ποια μόρια του αίματος επιτρέπεται να περάσουν στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό και τον εγκεφαλικό ιστό και ποια όχι.

Το πλήρες σύστημα αυτό είναι μάλλον ιδιοφυές και αρκετά αυστηρό σχετικά με το νόμο της μετανάστευσης. Ποιός σχεδίασε αυτό το νόμο; Ποιός εκπαίδευσε τους φύλακες; Σίγουρα κάποιος πολύ πιο έξυπνος από εμένα.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ

Από την πρώτη εκτύπωση του άρθρου “Εγκεφαλονωτιαίο Υγρό: Τι είναι και Που να το βρείτε” το 1998 ήρθαν στην προσοχή μου 2 πολύ σημαντικά κομμάτια πληροφορίας

1η Προσθήκη

Κατά τη διάρκεια των τάξεων ανατομής του κρανιο-ιερού συστήματος, αποδείξαμε πως εάν τοποθετηθεί ακόμη και το ελάχιστο βάρος 1oz (28.35 γραμμαρίων) επάνω στο μηνιγγικό σωλήνα, ο οποίος διατρέχει όλο το σπονδυλικό κανάλι, μπορεί να εμποδιστεί η μεταβίβαση δυνάμεων μεταξύ του ιεροκοκκυγικού πλέγματος και του ενδοκρανιακού μεμβρανώδους συστήματος. Επιδείξαμε αυτό το φαινόμενο, τεμαχίζοντας τις ακανθώδεις αποφύσεις και περί του μισού των πετάλων κάθε πλευράς των ακανθωδών αποφύσεων από τους ανώτερους αυχενικούς ως τους κατώτερους οσφυϊκούς σπονδύλους. Ο εγκέφαλος είχε αφαιρεθεί προσεκτικά, ώστε να διατηρηθεί το ενδοκρανιακό μεμβρανώδες σύστημα (δρέπανο εγκεφάλου, δρέπανο παρεγκεφαλίδας και σκηνίδιο παρεγκεφαλίδας).

Αξιολογήσαμε το ενδοκρανιακό μεμβρανώδες σύστημα, με ψηλάφηση μέσω των αμφίπλευρων παραθύρων που είχαν δημιουργηθεί με κοπή των βρεγματικών οστών χωρίς να υπάρξει βλάβη στις ραφές. Στη συνέχεια εφαρμόσαμε μικρές δυνάμεις πιέζοντας δακτυλικά σε διαφορετικές στιγμές στις ενδοκρανιακές μεμβράνες και στη συνέχεια στο οσφυϊκό μηνιγγικό σάκο χρησιμοποιώντας λαβίδα. Οι δυνάμεις που ασκήθηκαν με κεφαλιαία κατεύθυνση στο δρέπανο του εγκεφάλου έγιναν αισθητές στο άτομο που παρακολουθούσε το κατώτερο μέρος του σωλήνα. Στη συνέχεια ασκήθηκαν δυνάμεις με ουραία κατεύθυνση από το μέρος του οσφυϊκού σωλήνα.

Το άτομο που άσκησε δυνάμεις προς τις δύο διαφορετικές κατευθύνσεις και το άτομο που κατέγραψε τις δυνάμεις στο άλλο άκρο του συστήματος του νωτιαίου σωλήνα ήταν και οι δύο καταξιωμένοι θεραπευτές της Κρανιο-ιερής Θεραπείας. Δεν είχαν άλλη επικοινωνία, πλην της στιγμής που ο “δέκτης” θεραπευτής ανακοίνωσε ότι λάμβανε τις δυνάμεις της έλξης στις μηνιγγικές μεμβράνες. (Η δύναμη των έλξεων αυτών εκτιμάται πως ήταν κατά προσέγγιση μεταξύ 5-10 γραμμαρίων). Και οι δύο θεραπευτές δούλεψαν με τα μάτια κλειστά. Ένα τρίτο άτομο στη συνέχεια πρόσθεσε ένα βαρίδι 5 γραμμαρίων στο μηνιγγικό σάκο στην θωρακική περιοχή. Η τοποθέτηση αυτού του βάρους (άγνωστη στους θεραπευτές που αξιολογούσαν το μηνιγγικό σύστημα) προκάλεσε διακοπή στη μεταβίβαση των δυνάμεων, πέρα από το σημείο αυτό του βαριδίου. Ο “δέκτης” θεραπευτής δεν μπορούσε πλέον να αισθανθεί τις δυνάμεις που ασκούνταν από τον “αποστολέα” θεραπευτή.

Το κλινικό αυτό πείραμα οδήγησε στην παρατήρηση πως πολύ μικρές πιεστικέςδυνάμεις στο σύστημα της σκληράς μήνιγγας μπορούν να διακόψουν τη μεταβίβαση μικρών σημάτων δια μέσω του συστήματος. Βάσει αυτού ανακατευθυνόμαστε λοιπόν στην ιδέα πως, καθώς συσσωρεύουμε τραύματα, αυτά αφήνουν μικρό ή μέτριο βαθμό υπολείμματος στο κρανιο-ιερό σύστημα – είτε στο ενδοκρανιακό τμήμα ή σε αυτό το τμήμα του συστήματος που εδρεύει στο σπονδυλικό κανάλι. Αυτά τα υπολείμματα θα αποδυναμώσουν τη λειτουργία του κρανιο-ιερού συστήματος σε κάποιο βαθμό. Αυτή η μείωση ροής του υγρού συνεπάγεται μείωση της συνολικής αντικατάστασης του εγκεφαλονωτιαίου υγρού εντός του κρανιο-ιερού συστήματος.

Εκτιμάται πως έναςτυπικός ενήλικας (ηλικίας 35-40 ετών) έχει πλήρη αντικατάσταση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού 4 φορές την ημέρα. Σε ένα άτομο ηλικίας 65-70 η αντικατάσταση του υγρού μειώνεται κατά περίπου 50%. Αυτή η μείωση ροής έχει σαν αποτέλεσμα την στάση του υγρού εντός του συστήματος, το οποίο θα συντελέσει σε μείωση της θρέψης και συσσώρευση μεταβολικών υποπροϊόντων, αποβλήτων και τοξικών ουσιών. Αυτή η αναχαίτιση θρεπτικών προμηθειών σε συνδυασμό με τη συσσώρευση μεταβολικών υποπροϊόντων, αποβλήτων και τοξικών ουσιών, πιθανότατα συμβάλλει σημαντικά σε αυτό που καλούμε ‘διαδικασία της γήρανσης’, η οποία – παρότι αποτελεί ένα φυσιολογικό φαινόμενο – συνεισφέρει στις “γεροντικές αλλαγές’ του εγκεφάλου, όπως και στη νόσο του Parkinson και του Alzheimer.

2η Προσθήκη

Για να υποστηρίξουμε και να επεκταθούμε στις ιδέες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, γνωρίζουμε πλέον πως το εγκεφαλονωτιαίο υγρό εμπεριέχει μικρού μεγέθους μόρια πρωτεΐνης τα οποία λειτουργούν ως παράγοντες χηλίωσης. (ΣτΜ. Χηλίωση είναι η διαδικασία άντλησης μεταβολικών αποβλήτων και τοφικών μετάλλων από το αίμα). Αυτά τα χηλικά μόρια συνδέονται με άτομα μετάλλων όπως ο μόλυβδος, υδράργυρος, αρσενικό, αλουμίνιο κτλ για να εξουδετερώσουντα άτομα μετάλλων και να τα οδηγήσουν εκτός του κρανιο-ιερού συστήματος. Προφανώς, όσο καλύτερη ροή έχει το εγκεφαλονωτιαίο υγρό τόσο καλύτερη θα είναι η διαδικασία της χηλίωσης.Νομίζω πως είναι πολύ σαφές ότι η Κρανιο-Ιερή Θεραπεία, όταν εφαρμόζεται αποτελεσματικά, ενισχύει τη ροή του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, αυξάνοντας τον αριθμό των φορών που ο όγκος του εγκεφαλονωτιαίου υγρού αντικαθίσταται στη διάρκεια ενός 24ώρου. Αυτή η ενίσχυση της ροής του υγρού επίσης αυξάνει την προμήθεια θρεπτικών συστατικών στον εγκέφαλο και τα κύτταρα του νωτιαίου μυελού, και βελτιώνει την απομάκρυνση μεταβολικών υποπροϊόντων, όπως και άλλων αποβλήτων και τοξικών ουσιών.

Μια καλή συνεδρία Κρανιο-Ιερής Θεραπείας ενισχύει την αποτοξίνωση από τοξικά μέταλλα εντός του οργανισμού μέσω ενός μηχανισμού που είναι εγγενής στο σώμα μας. Και καθώς η Κρανιο-Ιερή Θεραπεία δεν έχει κάποιο ρίσκο, γιατί να μη την δοκιμάσετε;


Πηγή: https://upledger.com

Mετάφραση: Ασημάκης Φαλτάκης, LMT

Επιμέλεια: Κυριάκος Καραμπατζιάκης, OT, CST